Καρκινος νεφρου

καρκίνος νεφρού

Καρκίνος νεφρού θεωρείται η μη φυσιολογική ανάπτυξη κυττάρων στα όργανα των νεφρών. Με την πάροδο του χρόνου, τα κύτταρα σχηματίζουν όγκο, ο οποίος προκαλεί πρόβλημα στον οργανισμό. Ο καρκίνος νεφρού μπορεί να εξαπλωθεί και σε άλλους ιστούς ή ζωτικά όργανα (μετάσταση).

Ο καρκίνος του νεφρού αποτελεί την τρίτη συχνότερη κακοήθεια του ουροποιητικού συστήματος, ωστόσο χαρακτηρίζεται ως η πιο επικίνδυνη μορφή του. Τα κρούσματα νεφρικών καρκινωμάτων εμφανίζουν ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες του Δυτικού κόσμου. Ο ανδρικός πληθυσμός φαίνεται να επηρεάζεται συχνότερα συγκριτικά με τον γυναικείο. Ο συχνότερος ιστολογικός τύπος είναι το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα (Renal Cell Carcinoma – RCC). Παρά τη μείωση της θνησιμότητας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, στην Ελλάδα και σε ορισμένες άλλες χώρες καταγράφεται αύξηση των περιστατικών, γεγονός που προκαλεί προβληματισμό.

Καρκινος νεφρου: Παραγοντες κινδυνου

Μέχρι στιγμής δεν έχει διευκρινιστεί η ακριβής αιτία που προκαλεί την ανεξέλεγκτη διαίρεση των κυττάρων.

Ωστόσο, ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Αυτοί είναι οι εξής:

  • Η παχυσαρκία
  • Το κάπνισμα
  • Η υψηλή αρτηριακή πίεση
  • Το οικογενειακό ιστορικό
  • Οι ακτινοθεραπείες

Καρκινος νεφρου: Συμπτωματα

Ο καρκίνος δεν έχει εμφανή συμπτώματα τις περισσότερες φορές. Οι ασθενείς στην πλειονότητά τους εμφανίζουν κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα, μερικά από τα οποία είναι:

  • Αίμα στα ούρα
  • Οίδημα στο ύψος του πλευρού
  • Πόνο στην πλάτη ή τα πλευρά
  • Κούραση
  • Απώλεια όρεξης
  • Απώλεια βάρους
  • Υψηλή πίεση αίματος

Σταδιοποιηση καρκινου του νεφρου

Ο καρκίνος διακρίνεται σε τέσσερα στάδια. Το στάδιο στο οποίο βρίσκεται ο καρκίνος εξαρτάται από τη θέση και το μέγεθος του όγκου. Πιο συγκεκριμένα:

  1. Στάδιο 1: Ο όγκος είναι ακόμη στην αρχή του. Το ανώτατο όριο του μεγέθους του είναι 7 εκατοστά και δεν έχει κάνει μετάσταση στους λεμφαδένες ή σε άλλους ιστούς.
  2. Στάδιο 2: Ο όγκος είναι μεγαλύτερος από 7 εκατοστά αλλά εξακολουθεί να μην έχει κάνει μετάσταση.
  3. Στάδιο 3: Στο στάδιο αυτό ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στα κύρια αιμοφόρα αγγεία ή στον ιστό που περιβάλλει το νεφρό.
  4. Στάδιο 4: Ο όγκος έχει εξαπλωθεί σε απομακρυσμένους λεμφαδένες και άλλα όργανα.

Διαγνωση

Ο γιατρός ξεκινάει τη διάγνωση με τη λήψη ιατρικού ιστορικού και στη συνέχεια προχωράει σε φυσική εξέταση. Οι κυριότερες εξετάσεις που κάνει ο ασθενής για να προκύψει ακριβής διάγνωση είναι η ανάλυση ούρων, οι αιματολογικές εξετάσεις, η αξονική τομογραφία, το υπερηχογράφημα, η εξέταση MRI και η βιοψία. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, ο γιατρός διαμορφώνει τη θεραπεία της νόσου.

Καρκινος νεφρου: Θεραπεια

Η θεραπευτική προσέγγιση για τον καρκίνο του νεφρού εξαρτάται από το στάδιο και το μέγεθος του όγκου, καθώς και από την ηλικία και τη γενική υγεία του ασθενούς. Οι διαθέσιμες επιλογές περιλαμβάνουν χειρουργική θεραπεία, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, στοχευμένη φαρμακευτική θεραπεία, ανοσοθεραπεία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πιο καινοτόμες μεθόδους, όπως η κρυοθεραπεία και οι ραδιοσυχνότητες (RFA).

Χειρουργική Θεραπεία

Η χειρουργική επέμβαση παραμένει η κύρια θεραπευτική επιλογή και μπορεί να περιλαμβάνει:

Καινοτόμες Τεχνικές

  • Κρυοθεραπεία: Με τη χρήση βελονών και αερίου αργού, προκαλείται καταστροφή του όγκου μέσω χαμηλών θερμοκρασιών, με υψηλά ποσοστά επιτυχίας και ελάχιστες επιπλοκές.
  • Ραδιοσυχνότητες (RFA): Τοποθετούνται ηλεκτρόδια που δημιουργούν θερμική βλάβη στα καρκινικά κύτταρα, με ποσοστά επιτυχίας που ξεπερνούν το 85%.
  • Υπέρηχοι Υψηλής Συχνότητας (HIFU): Προκαλούν θερμική καταστροφή του ιστού, αν και με χαμηλότερα ποσοστά επιτυχίας (~50%).

Μεταστατική Νόσος

Για μεταστάσεις, έχουν χρησιμοποιηθεί ανοσοθεραπεία, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία ή συνδυασμοί αυτών, με περιορισμένα αποτελέσματα στο παρελθόν. Ωστόσο, νεότερα στοχευμένα φάρμακα (π.χ., Sunitinib, Sorafenib, Everolimus) έχουν δείξει σημαντική βελτίωση στην πρόγνωση.

Παρακολουθηση μετα τη θεραπεια

Μετά τη θεραπευτική αντιμετώπιση, είναι απαραίτητες οι τακτικές εξετάσεις για την παρακολούθηση της υγείας του ασθενούς και την έγκαιρη ανίχνευση πιθανών υποτροπών. Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν:

  • Ακτινογραφία θώρακος
  • Αξονική τομογραφία
  • Υπερηχογράφημα

Προληψη

Παρόλο που η ακριβής αιτία του καρκίνου του νεφρού δεν είναι γνωστή, η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισής του και να υποστηρίξει καλύτερα τη συνολική υγεία.

  1. Διακοπή του καπνίσματος: Η διακοπή του καπνίσματος είναι καθοριστική, με πολλές διαθέσιμες επιλογές όπως υποστηρικτικά προγράμματα και αντικατάσταση νικοτίνης.
  2. Διατήρηση φυσιολογικού βάρους: Η επίτευξη και διατήρηση ενός υγιούς βάρους με ισορροπημένη διατροφή και σωματική άσκηση μειώνει τον κίνδυνο.
  3. Έλεγχος της αρτηριακής πίεσης: Η υπέρταση μπορεί να διαχειριστεί με άσκηση, διατροφικές αλλαγές, απώλεια βάρους και, όπου χρειάζεται, φαρμακευτική αγωγή.

Ο Δρ. Σπύρος Μαρτίνης είναι Χειρουργός Ουρολόγος με μακροχρόνια εμπειρία στον καρκίνο του νεφρού. Επικοινωνήστε μαζί του για να αντιμετωπίσετε με επιτυχία οποιαδήποτε πρόβλημα του ουροποιητικού συστήματος που σας απασχολεί.

Όταν ο όγκος είναι μεγαλύτερος από 7 εκατοστά, μπορεί να είναι στο στάδιο 2 ή πιο προχωρημένος αν έχει επεκταθεί.

Συμπτώματα όπως πόνος στην περιοχή της κοιλιάς, αίμα στα ούρα και απώλεια βάρους μπορεί να είναι ενδεικτικά.

Οι κύριες θεραπείες περιλαμβάνουν χειρουργική επέμβαση και απεικονιστικά καθοδηγούμενες τεχνικές όπως κρυοθεραπεία.

Η αξονική τομογραφία και άλλες απεικονιστικές εξετάσεις είναι απαραίτητες για την έγκαιρη ανίχνευση υποτροπής.

Η θεραπεία του καρκίνου του νεφρού μπορεί να επηρεάσει σε ορισμένες περιπτώσεις τη σεξουαλική λειτουργία και τη γονιμότητα, ωστόσο ο βαθμός αυτής της επίδρασης εξαρτάται από το είδος της θεραπευτικής προσέγγισης και την κατάσταση του ασθενούς. Ειδικότερα, η χειρουργική αντιμετώπιση (ριζική ή μερική νεφρεκτομή) δεν επηρεάζει άμεσα τη σεξουαλική λειτουργία, αν και η μετεγχειρητική κόπωση, η μείωση της φυσικής αντοχής και η ψυχολογική επιβάρυνση μπορεί προσωρινά να μειώσουν την επιθυμία ή τη σεξουαλική δραστηριότητα.

Οι συστηματικές θεραπείες (στοχευμένοι παράγοντες, ανοσοθεραπεία, σπανιότερα χημειοθεραπεία) ενδέχεται να προκαλέσουν παρενέργειες όπως κόπωση, ορμονικές μεταβολές ή μεταβολές στη λειτουργία των γεννητικών κυττάρων, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την ερωτική διάθεση ή τη γονιμότητα. Στους άνδρες μπορεί να παρατηρηθεί μείωση της ποιότητας του σπέρματος, ενώ στις γυναίκες μεταβολές στον έμμηνο κύκλο.

Για το λόγο αυτό, σε νεότερους ασθενείς που επιθυμούν να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους, συνιστάται η προληπτική κρυοσυντήρηση σπέρματος ή ωαρίων πριν την έναρξη των θεραπειών που πιθανόν να επηρεάσουν την αναπαραγωγική ικανότητα.

Η κατανάλωση καφέ σε μέτριες ποσότητες δεν φαίνεται να αντενδείκνυται σε ασθενείς με καρκίνο νεφρού, υπό την προϋπόθεση ότι η νεφρική λειτουργία παραμένει επαρκής. Ο καφές περιέχει καφεΐνη και αντιοξειδωτικές ουσίες, οι οποίες σε μικρές δόσεις μπορούν να έχουν ευεργετικά αποτελέσματα. Ωστόσο, η υπερβολική πρόσληψη καφεΐνης ενδέχεται να προκαλέσει αφυδάτωση ή να αυξήσει την αρτηριακή πίεση, παράγοντες που μπορούν να επιβαρύνουν περαιτέρω τους νεφρούς.

Αντίστοιχα, η κατανάλωση αλκοόλ πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή. Το αλκοόλ μεταβολίζεται κυρίως στο ήπαρ, ωστόσο επηρεάζει έμμεσα και τους νεφρούς, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε αφυδάτωση, διαταραχές ηλεκτρολυτών και αυξημένη καταπόνηση του οργανισμού. Σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση νεφρού ή σε όσους λαμβάνουν στοχευμένες ή ανοσοθεραπευτικές αγωγές, το αλκοόλ μπορεί να αλληλοεπιδράσει με τα φάρμακα ή να ενισχύσει τις ανεπιθύμητες ενέργειες.

Οι θεραπείες για τον καρκίνο του νεφρού μπορεί να συνοδεύονται από παρενέργειες που επηρεάζουν την καθημερινότητα του ασθενούς, σε διαφορετικό βαθμό ανάλογα με την προσέγγιση. Μετά τη χειρουργική επέμβαση συχνά εμφανίζεται παροδική κόπωση, περιορισμός της κινητικότητας και πόνος στην περιοχή της τομής, που σταδιακά υποχωρούν με την ανάρρωση.

Οι στοχευμένες θεραπείες ενδέχεται να προκαλέσουν υπέρταση, δερματικά εξανθήματα, γαστρεντερικές διαταραχές, απώλεια όρεξης ή έντονη κόπωση, απαιτώντας προσαρμογές στην καθημερινή ρουτίνα και τακτική παρακολούθηση. Αντίστοιχα, η ανοσοθεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε ανοσολογικές αντιδράσεις, όπως δερματικές αλλοιώσεις, διάρροια ή ενδοκρινικές διαταραχές, που επηρεάζουν την ενεργητικότητα και τη διάθεση.

Παρά τα παραπάνω, οι περισσότεροι ασθενείς διατηρούν ικανοποιητική ποιότητα ζωής, καθώς η έγκαιρη αναγνώριση και διαχείριση των συμπτωμάτων σε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό επιτρέπει τη συνέχιση των καθημερινών δραστηριοτήτων.

Η ικανότητα επιστροφής στην εργασία μετά τη διάγνωση και θεραπεία καρκίνου νεφρού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το στάδιο της νόσου, το είδος της θεραπευτικής προσέγγισης και η γενική κατάσταση υγείας του ασθενούς.

Μετά από μια χειρουργική αφαίρεση νεφρού (ριζική ή μερική νεφρεκτομή), απαιτείται ένα διάστημα ανάρρωσης που ποικίλει από μερικές εβδομάδες έως και δύο μήνες, ανάλογα με την επέμβαση (ανοιχτή ή λαπαροσκοπική/ρομποτική). Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος συστήνεται περιορισμός σε βαριά σωματική εργασία, ανύψωση βάρους ή έντονη καταπόνηση.

Ασθενείς που λαμβάνουν συστηματικές θεραπείες (στοχευμένους παράγοντες ή ανοσοθεραπεία) ενδέχεται να παρουσιάσουν παρενέργειες όπως κόπωση, διαταραχές συγκέντρωσης ή γαστρεντερικά συμπτώματα, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την καθημερινή απόδοση στην εργασία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενδείκνυται ευέλικτο ωράριο, εργασία εξ αποστάσεως κ.ά.

Η ικανότητα οδήγησης κατά τη διάρκεια της θεραπείας για καρκίνο του νεφρού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τύπο της θεραπείας και τις παρενέργειες που εμφανίζονται. Μετά από χειρουργική επέμβαση, συνιστάται να αποφεύγεται η οδήγηση για τουλάχιστον 2–3 εβδομάδες, έως ότου υποχωρήσει ο πόνος και  βελτιωθεί η κινητικότητα του ασθενούς. Στις συστηματικές θεραπείεςπιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως κόπωση, ζάλη, θολή όραση ή μείωση της συγκέντρωσης μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα αντίδρασης και κρίσης, αυξάνοντας τον κίνδυνο ατυχήματος.

Για τον λόγο αυτό, συστήνεται ο ασθενής να αξιολογεί καθημερινά την κατάστασή του και να αποφεύγει την οδήγηση, όταν εμφανίζει συμπτώματα που μπορεί να περιορίσουν την δική του ασφάλεια αλλά και των γύρω του.

Η χρήση φαρμάκων για χρόνια νοσήματα, όπως η υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης, δεν διακόπτεται μετά τη διάγνωση καρκίνου νεφρού. Αντιθέτως, η σωστή ρύθμιση αυτών των καταστάσεων είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ομαλή πορεία της θεραπείας και την προστασία της συνολικής υγείας.

Ωστόσο, ορισμένα σκευάσματα μπορεί να χρειάζονται τροποποίηση, καθώς ενδέχεται να αλληλοεπιδράσουν με τις στοχευμένες θεραπείες ή την ανοσοθεραπεία, επηρεάζοντας τη δράση ή την ασφάλειά τους. Για παράδειγμα, αντιυπερτασικά φάρμακα μπορεί να απαιτούν προσαρμογή λόγω πιθανής αύξησης της αρτηριακής πίεσης που προκαλούν οι στοχευμένοι παράγοντες, ενώ αντιδιαβητικά σκευάσματα μπορεί να χρειαστούν αναθεώρηση εάν υπάρξουν μεταβολές στη λειτουργία των νεφρών ή στις μεταβολικές παραμέτρους. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η στενή συνεργασία του ογκολόγου με τον παθολόγο ή τον καρδιολόγο του ασθενούς, ώστε να εξασφαλιστεί η ασφαλής συνέχιση της αγωγής και η προσαρμογή της σε κάθε στάδιο της θεραπείας.

ΕικοινωνίαΕικοινωνία